Ναρμπόν

Ναρμπόν
(Narbonne). Πόλη (46.900 κάτ. το 2003) της Γαλλίας, στον νομό Όντ. Η πόλη απέχει λίγα χιλιόμετρα από τις ακτές της Μεσογείου και αποτελεί σημαντικό οινοπαραγωγικό κέντρο, είναι επίσης και έδρα βιομηχανιών κεραμικής, αλευροποιίας και ειδών διατροφής. Η τοπογραφία της παλιάς πόλης, δεν είναι πολύ γνωστή, αν και έγιναν πρόσφατες αρχαιολογικές έρευνες, οι οποίες στράφηκαν κυρίως στη μελέτη ενός μεγάλου χριστιανικού νεκροταφείου - ανακαλύφθηκαν εκεί πολυάριθμοι τάφοι του 4ου ή 5ου αι., με μαρμάρινες σαρκοφάγους με παραστάσεις τοποθετημένες σ’ ένα ειδωλολατρικό μαυσωλείο, το οποίο είχε ξαναχρησιμοποιηθεί για τη χριστιανική λατρεία των νεκρών. Το δημαρχείο της γαλλικής πόλης Ναρμπόν, με γοτθικά στοιχεία, χρονολογείται τον 14ο αι., υπέστη όμως επιδιορθώσεις τον 19ο αι.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Look at other dictionaries:

  • Ολίβι ή Ολιέ, Πιερ — (Pierre Jean Olivi ή Olieu, Σερινιάν, Λανγκντόκ 1248 – Ναρμπόν 1298). Γάλλος θεολόγος και φιλόσοφος. Μπήκε στο τάγμα των μινωριτών και σπούδασε θεολογία στο Παρίσι. Υποστηρικτής μιας αυστηρής ερμηνείας της φραγκισκανικής πενίας, ο Ο. απέβη… …   Dictionary of Greek

  • Αμαλάριχος — (502 – 531). Βασιλιάς των Βησιγότθων της Ισπανίας και της Σεπτιμανίας στη Γαλατία (507 531). Ήταν γιος του Αλάριχου Β’ και εγγονός του βασιλιά των Οστρογότθων Θεοδώριχου, ο οποίος ένωσε κάτω από το σκήπτρο του τα δύο βασίλεια των Οστρογότθων και… …   Dictionary of Greek

  • Γαλλία — Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία της Γαλλίας Έκταση: 547.030 τ.χλμ Πληθυσμός: 58.518.148 κάτ. (2000) Πρωτεύουσα: Παρίσι (2.125.246 κάτ. το 2000)Κράτος της δυτικής Ευρώπης. Συνορεύει στα ΝΑ με την Ισπανία και την Ανδόρα, στα Β με το Βέλγιο και το… …   Dictionary of Greek

  • Γότθοι — Αρχαίος γερμανικός λαός που προερχόταν από τη νότια Σκανδιναβία και συγκεκριμένα από την περιοχή που ονομάζεται Γκότλαντ (χώρα των Γότθων). Στις αρχές των χριστιανικών χρόνων ήταν εγκατεστημένοι στις νότιες ακτές της Βαλτικής, που θεωρείται πως… …   Dictionary of Greek

  • Καρκασόν — (Carcassonne). Πόλη (44.000 κάτ. το 1999) της νότιας Γαλλίας, πρωτεύουσα του νομού Οντ (6.139 τ. χλμ., 309.770 κάτ.). Είναι χτισμένη στη συμβολή της διώρυγας της Μεσημβρίας με τον ποταμό Οντ, 80 χλμ. ΝΑ της Τουλούζ. Είναι αγορά αγροτικών… …   Dictionary of Greek

  • κατακόμβες — Υπόγεια κοιμητήρια, χριστιανικά κατά κανόνα, τα οποία αποτελούνται από στοές, όπου θάβονταν οι νεκροί μέσα σε λαξευτούς τάφους. Η ονομασία τους προέρχεται από την έκφραση adcatacumbas, που δήλωνε την περιοχή του ναού του Αγίου Σεβαστιανού και του …   Dictionary of Greek

  • Ρεβερντί, Πιερ — (Reverdy, Ναρμπόν 1889 – Αβαείο του Σολέμ 1960). Γάλλος ποιητής. Ευαίσθητος στις ανησυχίες των κυβιστών ζωγράφων, συγκέντρωσε στην επιθεώρηση Nord Sud (1917 18) κείμενα των Ζακόμπ, Απολινέρ και άλλων εκπροσώπων του λογοτεχνικού «κυβισμού». Από το …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”